φακοσκλήρωση

φακοσκλήρωση
η
(ιατρ.), σκλήρυνση του κρυσταλλοειδούς φακού του οφθαλμού.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • φακοσκλήρωση — η, Ν ιατρ. σκλήρυνση τού κρυσταλλοειδούς φακού τού οφθαλμού …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”